Δευτέρα, 14 Οκτωβρίου, 2024
ΑρχικήΑρχιτεκτονικήΑκτινογραφία του Πειραιά από το Πολυτεχνείο – Τα κτίρια, η ηλικία τους...

Ακτινογραφία του Πειραιά από το Πολυτεχνείο – Τα κτίρια, η ηλικία τους και η κατάστασή τους

Για να καταλάβεις μια περιοχή, πρέπει να την περπατήσεις. Για τους μελλοντικούς πολεοδόμους, η «άσκηση» αυτή είναι απαραίτητη, γιατί ο σχεδιασμός προϋποθέτει καλή γνώση της πραγματικότητας. Αυτό έκαναν την τελευταία τριετία 600 φοιτητές της Αρχιτεκτονικής στο κέντρο του Πειραιά, δημιουργώντας την πιο «φρέσκια» ψηφιακή βάση δεδομένων για την πολεοδομική του κατάσταση.

Ποια νέα γνώση μας προσφέρει; Οτι αντίθετα με το κέντρο της Αθήνας, το κέντρο του Πειραιά εξακολουθεί να διατηρεί σε μεγάλο βαθμό την κατοικία. Οτι δεν έχει προστεθεί μεγάλος χώρος πρασίνου στην πόλη από το… 1835. Οτι οι γειτονιές εξακολουθούν να διατηρούν τη ζωντάνια τους, με μια γοητευτική ανάμειξη κατοικίας, μικρο-εμπορίου και άλλων χρήσεων.

Η γεωχωρική καταγραφή και αποτύπωση του κεντρικού Πειραιά, λοιπόν, ξεκίνησε το 2017 στο πλαίσιο του μαθήματος «Πολεοδομία και Χωρικός Σχεδιασμός» της σχολής των Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ. Επί τρία έτη, οι τριτοετείς φοιτητές περπάτησαν τον κεντρικό Πειραιά, από την Πειραϊκή και τη Φρεαττύδα, το Πασαλιμάνι, τον Προφήτη Ηλία, την Καστέλλα, τη Γούβα, ώς τους σιδηροδρομικούς σταθμούς και το Μικρολίμανο και κατέγραψαν πληροφορίες για τα κτίρια, τις χρήσεις γης και τους κοινόχρηστους χώρους.

Οι συντελεστές

Τα δεδομένα «μεταφέρθηκαν» σε βάσεις και χάρτες γεωγραφικών συστημάτων GIS με τη βοήθεια του Εργαστηρίου Χωρικού Σχεδιασμού και Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών (καθηγητής Νώντας Τσίγκας). Επόπτες της καταγραφής ήταν όλη η διδακτική ομάδα του τομέα Πολεοδομίας και Χωροταξίας 2017-2020, με επτά καθηγητές (Κώστας Σερράος, Δημήτρης Μέλισσας, Νίκος Μπελαβίλας, Ελένη Χανιώτου, Ρένα Κλαμπατσέα, Μαρία Μάρκου, Σταυρούλα Λυκογιάννη), τρία μέλη του ειδικού διδακτικού προσωπικού και οκτώ νέους ερευνητές/υποψήφιους διδάκτορες.

Οι τελικοί χάρτες περιλαμβάνουν το κτιριακό απόθεμα και τους δημόσιους χώρους σε μία έκταση 4,5 τετραγωνικών χιλιομέτρων με περίπου 500 οικοδομικά τετράγωνα και 11.000 κτίρια.

«Ο Πειραιάς δεν είναι μια οποιαδήποτε πόλη. Είναι το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας κι ένα από τα μεγαλύτερα της Μεσογείου, ο δεύτερος σε μέγεθος μητροπολιτικός δήμος της πρωτεύουσας, μια περιοχή κρίσιμη από πολλές πλευρές», εξηγεί ο Κώστας Σερράος, καθηγητής του ΕΜΠ και συντονιστής του εγχειρήματος. «Οι χάρτες που δημιουργήθηκαν, πέρα από τον εκπαιδευτικό τους ρόλο για τους φοιτητές, περιέχουν πολύτιμη πληροφορία: μας δίνουν μια ακριβέστατη εικόνα του Πειραιά, σήμερα».

«Τέτοιου τύπου καταγραφή είχε γίνει μία φορά το 1985-88 και άλλη μία φορά στο πλαίσιο της μεγάλης μελέτης ανάπτυξης του μετρό», συμπληρώνει ο καθηγητής Νίκος Μπελαβίλας. «Εκτοτε η εικόνα που είχαμε ήταν αποσπασματική, περισσότερο βιωματική».

Ας δούμε ορισμένα από τα βασικά στοιχεία που προέκυψαν από την καταγραφή:

• Το μεγαλύτερο μέρος του κτιριακού αποθέματος του κεντρικού Πειραιά είναι γερασμένο. Το 70,1% (7.940 κτίρια) ανηγέρθη πριν από το 1985 και το υπόλοιπο 29,9% (3.390 κτίρια) μετά. Η πόλη είναι πυκνοδομημένη, καθώς το 61,3% των κτιρίων έχει τρεις ή περισσότερους ορόφους. «Είναι μια κλασική πόλη της αντιπαροχής», λέει ο κ. Μπελαβίλας. «Εχει ακόμα ορισμένα διάσπαρτα νεοκλασικά –ήταν περί τα 400 την εποχή που κηρύχθηκαν, τώρα πρέπει να έχουν απομείνει περί τα 300– λίγα βιομηχανικά κτίρια και τα υπόλοιπα είναι πολυκατοικίες. Εξαίρεση είναι η περιοχή της Καστέλλας που διέσωσε ένα σχετικά χαμηλό ανάγλυφο χάρη σε ένα νόμο της χούντας που έθεσε το 1972 περιορισμό στο ύψος των κτιρίων γύρω από τον λόφο του Προφήτη Ηλία». «Τα κτίρια που χτίστηκαν τα τελευταία 30 χρόνια τι αντικατέστησαν; Σίγουρα όχι τις πολυκατοικίες του ’50 και ’60, αλλά μικρά κτίρια και ελεύθερα οικόπεδα. Αρα τα τελευταία χρόνια η πυκνότητα της δόμησης αυξήθηκε, επιδεινώνοντας την αναλογία δομημένων προς ελεύθερους χώρους», σημειώνει ο κ. Σερράος.

• Το κέντρο του Πειραιά διατηρεί σε μεγάλο βαθμό την κατοικία. «Είναι ένα πολύ εντυπωσιακό στοιχείο», λέει ο ίδιος. «Το ίδιο βλέπουμε και στις γειτονιές, που διατηρούν μια ενδιαφέρουσα πολυλειτουργικότητα». Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων, στο σύνολο της περιοχής που απογράφηκε, κυρίαρχη χρήση των ισογείων (από τα οποία ορίζεται ουσιαστικά και η ζωντάνια μιας περιοχής) παραμένει η κατοικία με 36%, ακολουθεί το λιανικό εμπόριο με 13,1% και η εκπαίδευση με 2,4%.

• Εκτός από το κέντρο της πόλης, που διατηρεί τον εμπορικό του χαρακτήρα, το μικρο-εμπόριο παραμένει δυνατό κατά μήκος των μεγάλων αξόνων του Πειραιά. «Βλέπουμε ότι οι εμπορικές χρήσεις παραμένουν ζωντανές στις γειτονιές του Πειραιά. Η επιβίωση των συνοικιακών κέντρων είναι ένα από τα γοητευτικά στοιχεία της πόλης», εκτιμά ο κ. Μπελαβίλας. «Επίσης ο Πειραιάς έχει μια πολύ καλή χωρική κατανομή σχολείων, ως αποτέλεσμα της στρατηγικής που ακολουθήθηκε τη δεκαετία του ’80».

• Το 10,1% των ισογείων, που αντιστοιχεί σε 1.150 κτίρια, είναι κενό. «Το αποτύπωμα της οικονομικής κρίσης φαίνεται να είναι κατανεμημένο εξίσου σε όλες τις γειτονιές του Πειραιά», παρατηρεί ο κ. Σερράος.

• Το 9,8% των κτιρίων βρίσκεται σε κακή κατάσταση, ενώ το 59,5% σε καλή. Το 81,7% των κτιρίων είναι από οπλισμένο σκυρόδεμα.

• Οι περιοχές που ανοικοδομήθηκαν από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 έχουν πολλά κτίρια με πιλοτή. Για παράδειγμα, στην Πειραϊκή, το 18,7% των κτιρίων έχει ισόγειες θέσεις στάθμευσης, σε σχέση με 9,6% στην περιοχή της Ευαγγελίστριας και μόλις… 1% στο κέντρο. «Ωστόσο ακόμα και στις περιοχές όπως η Πειραϊκή, το κυκλοφοριακό πρόβλημα και το πρόβλημα στάθμευσης παραμένει», λέει ο κ. Μπελαβίλας.

Η καταγραφή του Δήμου Πειραιά συνεχίζεται και στο ακαδημαϊκό έτος 2020-2021, με την περιοχή Αγίου Διονυσίου, Αγίου Δημητρίου, Μανιάτικων, Αγίας Σοφίας και Λεύκας. Στόχος είναι να ολοκληρωθεί το 2022 με την Παλαιά Κοκκινιά, τα Καμίνια και το Νέο Φάληρο καλύπτοντας τη συνολική έκταση του δήμου.

«Τα στοιχεία αυτά δεν συλλέχθηκαν για εμπορικούς λόγους. Είναι στη διάθεση του δήμου για να τον βοηθήσουν στον πολεοδομικό σχεδιασμό», καταλήγει ο κ. Σερράος.

Χωρίς πράσινο από το… 1835

Ο Πειραιάς υποφέρει από την έλλειψη χώρων πρασίνου. «Στο κέντρο της πόλης, τα μόνα πάρκα που υπάρχουν είναι εκείνα που σχεδιάστηκαν το 1835 από τους Κλεάνθη και Σάουμπερτ. Στον ευρύτερο Πειραιά έχουν έκτοτε προστεθεί το δασάκι του Προφήτη Ηλία και κάποια προαύλια εκκλησιών. Μόνο αυτό», λέει ο κ. Μπελαβίλας. Σύμφωνα με το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, στην 1η Δημοτική Κοινότητα (Πειραϊκή, Χατζηκυριάκειο, Φρεαττύδα) υπάρχουν μόλις 24 στρέμματα αστικού πρασίνου, με αναλογία πρασίνου/κάτοικο στα 0,45 τ.μ. Στη 2η Δημοτική Κοινότητα (κέντρο, Προφήτης Ηλίας, Καστέλλα, Ευαγγελίστρια, Γούβα) οι χώροι πρασίνου ανέρχονται σε 74 στρέμματα με αναλογία 1,85 τ.μ./κάτοικο. «Την έλλειψη πρασίνου στον Πειραιά αντισταθμίζει η επαφή του με τη θάλασσα», λέει ο κ. Σερράος. «Ομως, μια καλή αναλογία είναι απαραίτητη για πολλούς λόγους: ποιότητας ζωής, λειτουργικότητας, ανθεκτικότητας έναντι της κλιματικής αλλαγής, πολιτικής προστασίας, λ.χ. σε περίπτωση σεισμών. Νομίζω ότι ο Δήμος Πειραιά θα έπρεπε να προβληματιστεί σοβαρά για το θέμα».

Γιώργος Λιάλιος

kathimerini.gr

RELATED ARTICLES