Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΝέαΤελευταία ευκαιρία για να σώσουμε τον πλανήτη.

Τελευταία ευκαιρία για να σώσουμε τον πλανήτη.

Δύο άνθρωποι ξεχώρισαν τη φετινή χρονιά στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός: η Γκρέτα Τούνμπεργκ, η 17χρονη Σουηδή ακτιβίστρια και ο Ντόναλντ Τραμπ, ο Αμερικανός πρόεδρος. Αυτοί οι δύο δεν θα μπορούσαν να διαφέρουν περισσότερο στα μηνύματά τους για την κλιματική αλλαγή: πανικός έναντι αδιαφορίας.

Αυτό, όμως, που μοιράζονται και οι δύο είναι ότι δεν είναι υποκριτές: η κα. Τούνμπεργκ δεν παριστάνει ότι κάνουμε οτιδήποτε ουσιαστικό για το κλίμα· και ο κ. Τραμπ δεν παριστάνει ότι ενδιαφέρεται. Οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντος στον διάλογο για το κλίμα, ωστόσο, παριστάνουν ότι ενδιαφέρονται, παριστάνουν ότι κάνουν κάτι, ή και τα δύο.

Αν είναι να συμβεί κάτι, αυτό πρέπει να αλλάξει. Ο πολιτισμός μας παραμένει αυτό που ήταν από τις αρχές του 19ου αιώνα: ένας πολιτισμός ο οποίος βασίζεται στα ορυκτά καύσιμα.

Έχουν σημειωθεί δύο ενεργειακές επαναστάσεις στην ανθρώπινη ιστορία: η αγροτική επανάσταση, η οποία εκμεταλλευόταν περισσότερο το προσπίπτον φως του ηλίου· και η βιομηχανική επανάσταση, η οποία εκμεταλλευόταν το απολιθωμένο φως του ηλίου (σ.σ. ηλιακή ενέργεια αποθηκευμένη στο πετρέλαιο).

Τώρα πρέπει να επιστρέψουμε στο προσπίπτον φως του ηλίου – την ηλιακή και την αιολική ενέργεια (σ.σ. οι άνεμοι δημιουργούνται από τη διαφορά θερμοκρασίας) – μαζί με την πυρηνική ενέργεια, διατηρώντας το υψηλό επίπεδο διαβίωσης.

Το νόημα αυτής της τελευταίας ενεργειακής επανάστασης, ωστόσο, δεν είναι να αυξήσουμε άμεσα το επίπεδο διαβίωσης μας, αλλά να διατηρήσουμε το μόνο σπίτι που έχουμε και στο οποίο είναι προσαρμοσμένη η ζωή μας. Να αποφύγουμε ένα μη αναστρέψιμο πείραμα με το κλίμα του πλανήτη μας. Ως τώρα, ωστόσο, παρά τις δεκαετίες διαπραγματεύσεων, η τάση όσον αφορά την εκπομπή ρύπων παραμένει στη λάθος κατεύθυνση.

Τι πρέπει να γίνει; Οι συζητήσεις την περασμένη εβδομάδα στο Ενεργειακό Φόρουμ του Όσλο με βοήθησαν να ξεκαθαρίσω κάποια πράγματα. Το βασικό μου συμπέρασμα ήταν ότι η μετάβαση από το σημερινό ενεργειακό σύστημα σε ένα διαφορετικό είναι η μόνη επιλογή. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι πρέπει να αναχαιτίσουμε και την ανάπτυξη. Αλλά αυτό όχι μόνο θα ήταν αδύνατο, θα ήταν και ανεπαρκές.

Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα ανά μονάδα ΑΕΠ σημειώνουν παγκοσμίως ετήσια πτώση λίγο κάτω από 2%. Αν αυτό συνεχιζόταν και το παγκόσμιο ΑΕΠ έμενε στάσιμο, οι παγκόσμιες εκπομπές θα υποχωρούσαν κατά 40% ως το 2050 – πολύ λίγο. Αν βασιζόμασταν μόνο στη μείωση του ΑΕΠ για την πτώση των εκπομπών κατά 95% ως το 2050 θα απαιτούνταν μια μείωση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 90%, το οποίο θα επανέφερε την παγκόσμια παραγωγή στα επίπεδα του 1870.

Tα συμπεράσματα είναι απλά. Δεν θα σταματήσουμε να εξαρτόμαστε από τα ορυκτά καύσιμα επιλέγοντας την καθολική φτωχοποίηση. Αλλά επίσης δεν μπορούμε να σταματήσουμε να τα χρησιμοποιούμε όσο σύντομα θα έπρεπε, τουλάχιστον με τους σημερινούς αργούς ρυθμούς μείωσης των εκπομπών ανά μονάδα ΑΕΠ.

Oπότε πρέπει να επιταχύνουμε την τεχνολογική πρόεδρο σε εναλλακτικές μορφές ενέργειας. Πρέπει να εγκαταλείψουμε πλήρως τα ορυκτά καύσιμα. Αν το επιτύχουμε αυτό, το μέγεθος της οικονομίας μας θα πάψει να αποτελεί ζήτημα: όσο μεγάλη και αν γίνει θα πάψει να εκπέμπει αέρια του θερμοκηπίου.

Αλλά προσέξτε: για να το επιτύχουμε αυτό ως το 2050, ο ρυθμός μείωσης των εκπομπών ανά μονάδα ΑΕΠ πρέπει να εκτιναχθεί.

Είναι εφικτό; Από τεχνολογική σκοπιά, φαίνεται πως ναι. Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει η Επιτροπή Ενεργειακών Μεταβάσεων σε σειρά σημαντικών εκθέσεων. Οι βασικές ιδέες είναι απλές. Ο πυρήνας του νέου ενεργειακού συστήματος είναι η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από εναλλακτικές πηγές (ηλιακή και αιολική) και την πυρηνική ενέργεια.

Αυτό πρέπει να στηριχτεί με μια σειρά από συστήματα αποθήκευσης (μπαταρίες, υδροηλεκτρισμός, υδρογόνο και φυσικό αέριο, με δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα). Η μείωση του κόστους είναι ήδη αρκετά μεγάλη και η τεχνολογική πρόοδος αρκετά ταχεία ώστε να καταστήσουμε τη μετάβαση αυτή εφικτή, με διαχειρίσιμο κόστος.

Αυτό, ωστόσο, θα συνιστούσε επανάσταση. Μια οικονομία μηδενικής κατανάλωσης άνθρακα θα απαιτούσε τέσσερις με πέντε φόρες περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια σε σχέση με τη σημερινή, όλες από πηγές που δεν εκπέμπουν καθόλου διοξείδιο του άνθρακα. Το υδρογόνο (το οποίο παράγεται κυρίως από ηλεκτρόλυση) θα διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στη λειτουργία μιας τέτοιας οικονομίας. Η κατανάλωση υδρογόνου μπορεί να πολλαπλασιαστεί 11 φορές ως το 2050.

Σε πολλούς τομείς, τα κόστη της απεξάρτησης από τον άνθρακα είναι (ή θα είναι σύντομα) ανταγωνιστικά. Σε κάποιους ωστόσο δεν θα είναι. Θα πρέπει να υπάρξουν κίνητρα και ρυθμίσεις για να δοθεί ώθηση στη στροφή αυτή. Για να αποφευχθεί μια μετακίνηση της παραγωγής, στις πιο ρυπογόνες μορφές της, σε άλλες χώρες, είναι σημαντικό να επιβληθούν φόροι σε εισαγωγές από οικονομίες που αρνούνται να στηρίξουν τις αναγκαίες αλλαγές.

Ας υποθέσουμε ότι η μετάβαση προς μια οικονομία μηδενικών ρύπων ως το 2050 είναι πράγματι τεχνικά εφικτή. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι πιθανό να συμβεί λόγω καθαρά οικονομικών δυνάμεων. Τούτο ισχύει για δύο βασικούς λόγους. Ο πρώτος είναι ότι τα πλεονεκτήματα κόστους των εναλλακτικών μορφών ενέργειας είναι, σε πολλούς τομείς, στην καλύτερη περίπτωση μέτρια. Δεν είναι (τουλάχιστον όχι ακόμα) σε καμία περίπτωση κοντά στο να γίνουν οι κυρίαρχες τεχνολογίες σε όλους τους τομείς.

Ο δεύτερος είναι πως υπάρχει πάντα τεράστια καθυστέρηση στη μετάβαση σε νέες τεχνολογίες, ιδίως σε τομείς όπου γνωστές μέθοδοι και συστήματα πρέπει να αντικατασταθούν από εντελώς νέα. Γνωρίζουμε πολύ καλά πώς να διαχειριστούμε μια οικονομία που βασίζεται στον άνθρακα με αξιόπιστο τρόπο και σε μεγάλη κλίμακα. Μια αξιόπιστη οικονομία η οποία θα βασίζεται εξ ολοκλήρου σε ανανεώσιμες μορφές ενέργειας είναι κάτι εντελώς άγνωστό.

Μια παγκόσμια μετάβαση τέτοιας κλίμακας δεν θα συμβεί μόνη της. Θα απαιτήσει παρεμβάσεις μεγάλης κλίμακας από τους φορείς άσκησης πολιτικής, μέσω ενός μείγματος ρυθμίσεων, κινήτρων και χρηματοδοτούμενης από το κράτος έρευνας και εξέλιξης. Θα χρειαστεί παγκόσμια συνεργασία και ξεκάθαρη αναγνώριση της διαφορετικής θέσης – όσον αφορά την πρότερη συμπεριφορά, τις τρέχουσες ευθύνες και τις μελλοντικές ανάγκες – της κάθε χώρας. Θα απαιτήσει αλλαγές στη χρηματοδότηση και το λογιστικό πλαίσιο. Θα απαιτήσει, εν ολίγοις, μια ιστορική παγκόσμια προσπάθεια που παρόμοια της δεν έχουμε ξαναδεί στο παρελθόν για να αποφύγουμε έναν κίνδυνο ο οποίος μοιάζει ακόμα μακρινός για τους περισσότερους ανθρώπους.

Τούτο είναι κάτι που πρέπει να γίνει. Αλλά θα γίνει;

Η κα. Τούνμπεργκ φοβάται την αδράνεια μας. Ο κ. Τραμπ είναι ένας από τους λόγους που έχει δίκιο να το κάνει. Έχουμε τόσα πολλά να κάνουμε και τόσο λίγο χρόνο.

Για να καταφέρουμε να σταματήσουμε την κλιματική αλλαγή, πρέπει να αλλάξουμε πορεία τώρα.

Του Martin Wolf

euro2day.gr

RELATED ARTICLES