Την ώρα που οι αναλυτές προβλέπουν νέο γύρο πτωχεύσεων και χρεοκοπιών στον κλάδο των συμβατικών καυσίμων εξαιτίας της πτώσης της τιμής του πετρελαίου και των άλλων μορφών ενέργειας, ο κλάδος των αιολικών εμφανίζεται εξαιρετικά ανθεκτικός και οι προοπτικές του για το επόμενο διάστημα κρίνονται ως εξαιρετικά ευοίωνες.
Αυτό δείχνουν οι εκτιμήσεις του παγκοσμίου συμβουλίου αιολικής ενέργειας GWEC, το οποίο σημειώνει στην τελευταία του έκθεση ότι οι χαμηλές τιμές ενέργειας αναμένεται να βοηθήσουν ώστε τα αιολικά να φτάσουν τα 792GW μέχρι το 2020. Το συμβούλιο εκτιμά ότι η ενέργεια σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, οι νέοι στόχοι που τέθηκαν για τις ΑΠΕ μετά τη σύνοδο του Παρισιού αλλά και η σταθεροποίηση της αμερικανικής αγοράς, θα βοηθήσουν ώστε η εγκατεστημένη ισχύς σχεδόν να διπλασιαστεί σε σχέση με τα τρέχοντα επίπεδα των 432,7GW, στην προσεχή πενταετία.
Συγκεκριμένα το GWEC προβλέπει μεσοπρόθεσμα υγιή ανάπτυξη για τα αιολικά ιδιαίτερα μετά τη συμφωνία COP 21 του Παρισιού, η οποία προσβλέπει σε μια απαλλαγμένη σε 100% βιομηχανία ηλεκτροπαραγωγής μέχρι το 2050, το αργότερο, με τα αιολικά και τα φωοτοβολταϊκά να αποτελούν τις πλέον προηγμένες και ανεπτυγμένες τεχνολογίες που μπορούν να επιτύχουν το συγκεκριμένο στόχο.
Στην ίδια κατεύθυνση συνηγορεί και το γεγονός ότι το κόστος της αιολικής ενέργειας πέφτει διαρκώς, όπως δείχνουν και οι πρόσφατοι διαγωνισμοί για αιολικά που πραγματοποιήθηκαν σε Αίγυπτο, Μαρόκο, Περού και Μεξικό, όπου οι τιμές έπεσαν ακόμη και κάτω από τα 30 ευρώ σε ορισμένες περιπτώσεις..
Όπως σημειώνει το GWEC ο χρόνος θα δείξει αλλά είναι σαφές ότι το κόστος των αιολικών και των φωτοβολταϊκών έχει πέσει δραματικά τα τελευταία χρόνια και πλέον τα νέα πολύπλοα χρηματοδοτικά σχήματα δημιουργούν τις προϋποθέσεις ώστε οι ΑΠΕ να είναι ανταγωνιστικές σε έναν αυξανόμενο αριθμό αγορών.
Την ίδια στιγμή λοιπόν που η αιολική ενέργεια εξαιτίας του μειωμένου κόστους της παραμένει ανταγωνιστική ακόμη και με τις χαμηλές τιμές ενέργειας, οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στα συμβατικά καύσιμα αντιμετωπίζουν όλο και μεγαλύτερες προκλήσεις.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Deloitte σε πάνω 500 εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου παγκοσμίως, έδειξε ότι τουλάχιστον 175 εταιρείες (το 35%) αντιμετωπίζει υψηλό κίνδυνο χρεωκοπίας για όσο χρονικό διάστημα παραμένουν χαμηλά οι τιμές του πετρελαίου. Συγκεντρωτικά οι εταιρείες αυτές έχουν χρέος της τάξης των 150 δις δολαρίων.
Και δεν είναι μόνο οι εταιρείες πετρελαίου, αφού πρόσφατα ανακοινώθηκε η χρεωκοπία της μεγαλύτερης ιδιωτικής εταιρείας άνθρακα της περίφημης Peabody, εξέλιξη που επιβεβαιώνει τις εκτιμήσεις ότι έχει επιδεινωθεί δραματικά η ανταγωνιστικότητα των εταιρειών που δραστηριοποιούονται στα ορυκτά καύσιμα. Σημειώνεται ότι η Peabody είναι η 50η εταιρεία άνθρακα που χρεωκοπεί από το 2012 μέχρι σήμερα, κυρίως εξαιτίας της αποτυχίας της βιομηχανίας να προβλέψει πως οι αγορές ενέργειας θα περιορίσουν την έκθεσή τους σε ρυπογόνα καύσιμα θεσπίζοντας αυστηρότερους περιβαλλοντικούς κανονισμούς για να πετύχουν καλύτερες επιδόσεις ως προς την ατμοσφαιρική ρύπανση.
Σημειώνεται ότι η χρεωκοπία της εταιρείας που μέχρι πριν λίγα χρόνια είχε αξία πάνω από 20 δις δολάρια, επισπεύσθηκε από μια σειρά από παράγοντες όπως η μείωση του κόστους των τεχνολογιών ΑΠΕ, αλλά και η πτώση της τιμής του φυσικού αερίου που περιόρισε σημαντικά τη χρήση του άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή κυρίως στις ΗΠΑ.
Του Χάρη Φλουδόπουλου